ΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ ΠΡΑΣΙΝΩΝ ΜΕ ΘΕΜΑ
«Η ΠΟΛΤΙΣΜΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ»
3 ΜΑΙΟΥ 2011, «Τεχνόπολις» Δήμου Αθηναίων, Αίθουσα Κωστής Παλαμάς , Πειραιώς 100, Γκάζι
Εισήγηση του Μανώλη Γιοματάρη ,Αρχαιολόγου, Συντονιστή της Θεματικής Ομάδας Πολιτισμού των Οικολόγων Πράσινων
ΤΟΠΙΟ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
Στο κείμενο της Ευρωπαϊκής Σύμβαση για την προστασία του τοπίου αναφέρεται ότι «Τοπίο» σημαίνει μία περιοχή, όπως γίνεται αντιληπτή από ανθρώπους, του οποίου ο χαρακτήρας είναι το αποτέλεσμα της δράσης και αλληλεπίδρασης των φυσικών και/ ή ανθρώπινων παραγόντων.
Όμως ο τρόπος αντίληψης για το τοπίο εξαρτάται από τον τρόπο σκέψης και την κοσμοθεώρηση του υποκειμένου , το κοινωνικό περιβάλλον , την στάση ζωής , την πολιτισμική διαδρομή του τοπίου αλλά και του κοινωνικού ιστού που είναι ενταγμένο το υποκείμενο.
Η διαχρονική αλληλεπίδραση μεταξύ ανθρώπου και φυσικού περιβάλλοντος αποτελεί θεμελιώδη αρχή για την κατανόηση και ερμηνεία της έννοιας του τοπίου η οποία καθορίζεται έκτος από το «πραγματικό» δηλαδή την μορφή της γης από το «φαντασιακό» και το «πολιτισμικό». Έντονοι συμβολισμοί και εκφράσεις άυλων πολιτισμικών αξιών εκδηλώνονται μέσα από το τοπίο: η ατομική και συλλογική μνήμη, η ιδιαιτερότητα και ιστορικότητα του χώρου, η συνέχεια, και εν τέλει η πολιτισμική και ιδεολογική ταυτότητα του χώρου.
Κατά την διάρκεια της ιστορίας ορισμένοι τόποι αποκτούν κάποια χαρακτηριστικά που προσδίδουν ταυτότητα και υλοποίηση της μνήμης .
Πολλά βουνά της Ελλάδος είναι ταυτισμένα με ιστορίες και μνήμες από την τουρκοκρατία , από τους κλαρίτες της απελευθερωμένης Ελλάδας, από τους αντάρτες της κατοχής και τις ιστορίες εμφύλιας βίας της μετακατοχικικής περιόδου.
Πολλά τοπία σημαδεύτηκαν από ένα γεγονός: Ο Μαραθώνας, οι Θερμοπύλες, ενώ αλλά έχουν αποκτήσει μια μεταφυσική αντιληπτική διάσταση όπως οι Δελφοί.
Η προστασία του τοπίου και της ανθρωπογενούς κληρονομιάς στην Ελλάδα
Σύμφωνα με το πρώτο άρθρο του « Χάρτη της Βενετίας» η έννοια του ιστορικού μνημείου δεν καλύπτει μόνο το μεμονωμένο αρχιτεκτονικό έργο αλλά και την αστική ή αγροτική τοποθεσία που μαρτυρεί έναν ιδιαίτερο πολιτισμό, μια ενδεικτική εξέλιξη ή ένα ιστορικό γεγονός. Αυτό ισχύει όχι μόνο για τις μεγάλες δημιουργίες αλλά και για τα ταπεινά έργα που με τον καιρό απέκτησαν πολιτισμική σημασία.
Η προστασία της ανθρωπογενούς κληρονομίας ξεκινά διεθνώς από τον χάρτη των Αθηνών (1931) και καταλήγει στην Ευρωπαϊκή σύμβαση για το τοπίο ( Φλωρεντία 2000) Στην χώρα μας ο νόμος « Περί Αρχαιοτήτων» του 1932 αντικαταστάθηκε το 2002 με τον το ν.3028 « Για την Προστασία των Αρχαιοτήτων και έν γένει της πολιτιστικής Κληρονομιάς » ενώ η Ευρωπαϊκή σύμβαση του τοπίου χρειάστηκε 10 χρόνια για να κυρωθεί και κυρώθηκε μόλις το 2010.
Δυστυχώς στην Ελλάδα έχουν χαθεί οριστικά σε διάστημα λίγων δεκαετιών πολιτισμικά τοπία παγκόσμιας σημασίας στο βωμό της μεταπολεμικής ανάπτυξης
Η διαχείριση των μνημείων της ανθρωπογενούς κληρονομιάς, εκτός από κάποιες ελάχιστες περιπτώσεις, συχνά γίνεται χωρίς να δίνεται η απαραίτητη βαρύτητα στο ευρύτερο περιβάλλον των μνημείων και να υποβαθμίζεται με αυτόν τον τρόπο ή και να μην λαμβάνεται υπόψη η έννοια του πολιτισμικού τοπίου.
Σε ότι αφορά τις αρχαιότητες ο νόμος επιβάλει συχνά την χρηματοδότηση από τον ανάδοχο του έργου των αρχαιολογικών ανασκαφών, μέτρο που εκτός από άδικο για τους μικροϊδιοκτήτες προκαλεί συχνά προβλήματα στην εύρυθμη εξέλιξη της επιστημονικής έρευνας και αναστολές ώστε να διατηρηθεί το εύρημα.
Κατά συνέπεια η διαδικασία της κατάχωσης ή της αποδόμησης των αρχαιοτήτων έχει γίνει η συνηθισμένη τακτική ενώ η απαλλοτρίωση χώρων που υπάρχουν σημαντικά ευρήματα είναι από δύσκολη έως ακατόρθωτη.
Θα μπορούσε κατά την προσωπική μου άποψη να θεσπιστεί ένα τέλος για την έκδοση οικοδομικών αδειών η άλλων έργων το οποίο θα αποτελούσε δεξαμενή χρηματοδότησης για ανασκαφές -μελέτες- απαλλοτριώσεις .
Τα αρχαιολογικά ευρήματα είναι τα φυσικά ίχνη της ανθρώπινης ιστορίας σε έναν τόπο και δεν μπορούν να αποσπαστούν από το ιστορικό πολιτισμικό τοπίο του οποίου μέρος αποτελούν και οι φυσικοί πόροι. Οι αρχαιολογικοί χώροι και ευρύτερα οι υπαίθριοι τόποι με αρχαιότητες πρέπει να διαμορφώνονται και να διαχειρίζονται ως ζωντανά κύτταρα του πολιτισμού και αλληλένδετα στοιχεία του τοπίου.
Στην χώρα μας τελευταία γίνονται προσπάθειες προς την παραπάνω κατεύθυνση.
Ενοποιημένα δίκτυα αρχαιολογικών μνημείων και ιστορικών τόπων, ίδρυση αρχαιολογικών πάρκων με οικολογικό χαρακτήρα. Βήματα σημαντικά, όμως χρειάζεται μεγαλύτερη τόλμη
Οι αρχαιολογικοί χώροι στις κακοσχεδιασμένες πόλεις μας αποτελούν μικρές οάσεις πράσινου στις οποίες συχνά αναπτύσσεται και τοπική βιοποικιλότητα.
Στην Αθήνα οι πιο σημαντικοί ελεύθεροι χώροι, είναι οι αρχαιολογικοί χώροι και οι αρχαιολογικοί περίπατοι.
Τα παλαιότερα ευρήματα αλλά και τα πολλά που προέκυψαν από ανασκαφές των τελευταίων χρόνων αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα «αναξιοποίητα» κεφάλαια της χώρας. Για παράδειγμα περιοχές στην Αθήνα με αρχαιότητες παγκόσμιας σημασίας όπως ο Κεραμεικός το Μεταξουργείο, το Μετς, η Ακαδημίας Πλάτωνος, η οδός Πειραιώς, η Ιερά οδός, θεωρούνται σχεδόν όλες, από τις πιο υποβαθμισμένες του Λεκανοπεδίου. Θλιβερό και ταυτόχρονα απίστευτο σε μια πόλη που λόγω συμβολισμών οι αρχαιότητες έπρεπε να αποτελούν απόλυτη προτεραιότητα.
Αναπλάσεις πυκνοκατοικημένων περιοχών
Οι εκτεταμένες αναπλάσεις των υποβαθμισμένων πυκνοκατοικημένων περιοχών των μεγάλων κέντρων είναι αναγκαίες για την διασφάλιση του πολιτισμικού τοπίου αφού η υποβάθμιση της ζωής στην πόλη πιέζει για δημιουργία κατοικίας στην περιφέρεια με συνέπεια να οικοδομούνται εκτάσεις που συχνά αποτελούν φυσικά και πολιτιστικά αποθέματα .
Επομένως για κάθε νέα κατασκευή πρέπει να εξαντλούνται όλες οι δυνατότητες που υπάρχουν για ανακατασκευή προϋπαρχόντων.
Αποτέλεσμα μια τέτοιας πρακτικής θα ήταν να δοθεί ώθηση στην αναπαλαίωση παραδοσιακών κτισμάτων, διαδικασία πολύ δύσκολη σήμερα στην χώρα μας λόγω ελλιπούς πλαισίου αφού τα εναπομείναντα νεοκλασικά η παραδοσιακά κτίρια, οι εναπομείναντες προσφυγικοί οικισμοί , βιομηχανικά κτίρια , αλλά και κτίρια «ταπεινής» κατασκευής, δεν είναι δυνατόν να διατηρηθούν και να αναπαλαιωθούν και συχνά κατεδαφίζονται.
Σε ιστορικές πόλεις της Ευρώπης, καταστραμμένες ολοσχερώς στο Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, όπως η Βαρσοβία και η Δρέσδη, έχουν εφαρμοστεί προγράμματα αποκατάστασης ιστορικών κτιρίων η και ολόκληρων κέντρων. Η Αθήνα δεν βομβαρδίστηκε γιατί ήταν ανοχύρωτη πόλη όμως μετά τον πόλεμο καταστράφηκαν όλα τα ιστορικά κέντρα και κατεδαφίστηκαν μαζικά τα νεοκλασικά και τα παραδοσιακά κτίρια. Να τονιστεί ότι το πρόγραμμα αποκατάστασης στην Δρέσδη είναι ακόμα σε εξέλιξη 70 σχεδόν χρόνια μετά το βομβαρδισμό της.
Ίσως λοιπόν έφτασε η στιγμή και στις Ελληνικές πόλεις να εφαρμοστούν αντίστοιχα προγράμματα τα οποία θα έδιναν ώθηση στην οικοδομική δραστηριότητα και πολλές νέες θέσεις εργασίας.
Περιοχές Ολοκληρωμένης Πολιτισμικής Προστασίας και Οικολογικής Διαχείρισης
Θα ανατρέξουμε σε ένα φαινόμενο που εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’70 στην Γαλλία μέσα από το κίνημα της Νέας Μουσειολογίας και σήμερα η φιλοσοφία του είναι πλατιά διαδεδομένη σ’ όλο τον κόσμο δηλαδή το «Οικομουσείο». Παρά τις διάφορες πτυχές και πειραματικές εκδοχές του βασική φιλοσοφία του οικομουσείου είναι η διατήρηση και ανάδειξη των τοπικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών μιας γεωγραφικής περιοχής, η αναγέννηση παραδοσιακών παραγωγικών δραστηριοτήτων και η ενδυνάμωση της τοπικής πολιτισμικής ταυτότητας. Στην Ελλάδα ό όρος έχει χρησιμοποιηθεί στο Δισπηλιό της Καστοριάς στο ορεινό Ρέθυμνο και αλλού ενώ η Δυτική Μακεδονία είχε ενταχθεί σε ένα πρόγραμμα για τη δημιουργία ενός οικομουσείου Εθνικής Αντίστασης μαζί με την Ιταλία και την Ισπανία.
Λόγω των διαφόρων πειραματικών εφαρμογών του «οικομουσείου» και της αναγκαιότητας που υπάρχει στην χώρα μας να διαφυλαχτούν τοπία που απειλούνται, θεωρώ ότι στην πρόταση που θα διατυπωθεί παρακάτω βοηθά η φιλοσοφία του παραπάνω όρου αλλά όχι το όνομα του. Επομένως θα χρησιμοποιήσω ενδεικτικά τον όρο «Περιοχές Ολοκληρωμένης Πολιτισμικής Προστασίας και Οικολογικής Διαχείρισης».
Σε αυτές τις περιοχές θα μπορούσαν να ενταχθούν εκτάσεις που συνδέονται με πολιτισμικά στοιχεία τοπίου που μπορούν να ενεργοποιήσουν μια δυναμική διαδικασίας διατήρησης, ερμηνείας και αξιοποίησης της φυσικής και ανθρωπογενούς κληρονομιάς. Η διαχείριση αυτών των περιοχών θα γίνεται από τις τοπικές κοινωνίες ,σύμφωνα με την κατανόηση και τον σεβασμό: των οικολογικών κύκλων, των γεωμορφολογικών ιδιαιτεροτήτων, των οικοτόπων, της συλλογικής και ατομικής μνήμης και γενικότερα της σχέσης ανθρώπου και φύσης που συνοδεύει τις μεταμορφώσεις του τοπίου.
Η διαχείριση αυτή είναι δυνατή στο πλαίσιο μιας οικονομίας βιώσιμης και φιλικής προς το περιβάλλον.
Στόχοι είναι:
α) Η ενεργός διατήρηση της πολυμορφίας του τοπίου
β) Η προστασία της ανθρωπογενούς και φυσικής κληρονομιάς
γ) Η συμμετοχή των κατοίκων
δ) Η συνέχεια της ιστορικής μνήμης και της άυλης κληρονομιάς
ε) Η ανάκτηση παραδοσιακών επιτόπιων δραστηριοτήτων, τεχνογνωσιών ,παλαιών
τεχνικών και πρακτικών συνετής διαχείρισης περιβαλλοντικών πόρων των
τοπικών πληθυσμών που έχουν λησμονηθεί.
Επομένως μια «Περιοχή Ολοκληρωμένης Πολιτισμικής Προστασίας και Οικολογικής Διαχείρισης» δεν πρέπει να έχει μόνο παραδοσιακά μουσειακά χαρακτηριστικά αλλά να αποτελεί ταυτόχρονα χώρο κατοικίας και άσκησης παραγωγικών δραστηριοτήτων όπως: η γεωργία, η κτηνοτροφία, η διαχείριση δασικών ειδών και η αναδάσωση, η παραγωγή ενέργειας από όλα τα είδη ανανεώσιμων πηγών σε μικρές εγκαταστάσεις, ο οικο-πολιτιστικός τουρισμός και πολλές άλλες δραστηριότητες. Πρέπει επίσης να υπάρχουν ρυθμίσεις για την ορθή διαχείριση των απορριμμάτων και για την ελάττωση της συσκευασίας των προϊόντων με στόχο της παραγωγή μηδενικών αποβλήτων στην επικράτεια αυτών των περιοχών.
Μέτρα που πρέπει να ισχύσουν σε Περιοχές Πολιτισμικής Προστασίας και Οικολογικής Διαχείρισης
Αυτές οι περιοχές πρέπει να αποκτήσουν ένα νομοθετικό πλαίσιο που θα τις θωρακίζει από ενδεχόμενη ανωριμότητα της τοπικών κοινωνιών η οποίες στην Ελλάδα έχουν ταυτίσει συχνά την οικονομική ευημερία με την συνεχή οικοδομική δραστηριότητα.
Επομένως πρέπει να καταργηθεί η εκτός σχεδίου δόμηση και να ορισθεί ένα πολύ αυστηρό, αλλά όχι απαγορευτικό, πλαίσιο για κάθε είδους ανθρώπινη επέμβασης στο τοπίο. Επιβεβλημένη είναι η διακοπή κάθε νέας επέκτασης σχεδίου πόλης ή άλλου τύπου οργανωμένης οικοδόμησης και κατασκευής εγκαταστάσεων.
Έως σήμερα, εγκαταλείπονται γεωργικές εκτάσεις με την προσδοκία γρήγορων κερδών από υπεραξίες που προκύπτουν από οικοδομικές δραστηριότητες. Έτσι, εκτός των περιβαλλοντικών βλαβών και την τραυματική συχνά αλλοίωση του τοπίου ,απαξιώνεται η αγροτική παραγωγή, χάνονται πραγματικές θέσεις εργασίας και παγιώνονται σε μικρές τοπικές κοινωνίες παρασιτικές συμπεριφορές.
Επομένως πρέπει να θεσμοθετηθούν πραγματικά μέτρα που θα αποτρέπουν την μετατροπή των αδόμητων εκτάσεων σε οικοδομήσιμες. Για παράδειγμα θα μπορούσε σε περιοχές που πρόκειται να ενταχθούν σε σχέδια πόλης να αυξηθούν οι εισφορές σε χρήμα σε τέτοιο βαθμό ώστε να εξισώνονται τουλάχιστον με την πραγματική αξία των οικοπέδων της περιοχής που είναι ήδη ενταγμένα σε σχέδιο πόλης.
Σε ότι αφορά τις περιοχές με παραδοσιακά γεωργικό χαρακτήρα θα πρέπει να καθιερωθούν κίνητρα ακόμη και για την επανακαλλιέργεια εγκαταλειμμένων εκτάσεων ώστε οι τοπικές κοινωνίες να μην δυσανασχετούν με την αδυναμία οικοδόμησης των ιδιοκτησιών τους.
Τα κίνητρα θα μπορούσαν να είναι φορολογικές απαλλαγές, επιδοτήσεις ,συμμετοχή σε ευρωπαϊκά προγράμματα, ευνοϊκές μοριοδοτήσεις κ.λ.π
Πρέπει να εμπεδωθεί κυρίως στις τοπικές κοινωνίες ότι η γεωργική γη αποτελεί πολύτιμο αγαθό και πρέπει να προστατευθεί. Ειδικά σε μια χώρα που δοκιμάζεται από την οικονομική κρίση και τα ποιοτικά τρόφιμά στα μεγάλα αστικά κέντρα αποτελούν είδος πολυτελείας με συνεχείς αυξητικές τάσεις στις τιμές τους οφειλόμενες κατά κύριο λόγο στις μεταφορές και τους μεταπράτες δηλαδή στην απόσταση που χωρίζει τον τόπο παραγωγής των προϊόντων από τον τόπο κατανάλωσης.
Στην Αττική ευνοϊκές συνθήκες για καθιέρωση «Περιοχής Ολοκληρωμένης Πολιτισμικής Προστασίας και Οικολογικής Διαχείρισης» υπάρχουν στο βόρειο Πεντελικό και συγκεκριμένα στην έκταση που οριοθετείται από την περιοχή του αρχαίου δήμου της Πλωθείας (κοινότητες Σταμάτας - Ροδόπολης) έως τον όρμο του Μαραθώνα.
Η έκταση αυτή καλύπτεται στο σύνολο της σχεδόν, από σημαντικότατα στοιχεία ανθρωπογενούς κληρονομιάς, έχει τραυματιστεί από πυρκαγιές , υπάρχουν ακόμη πολλές γεωργικές εκτάσεις, σε μεγάλο βαθμό είναι αδόμητη λόγω του προστατευτικού προεδρικού διατάγματος 755/88 και συμπεριλαμβάνει το εθνικό πάρκο του Σχινιά.
Ένα τέτοιο εγχείρημα ειδικά στην Αττική θα είχε ως αποτέλεσμα εκτός από την διαφύλαξη φυσικών - γεωργικών και πολιτισμικών αποθεμάτων, νέες θέσεις εργασίας, μεγάλη εξοικονόμηση ενέργειας μέσω του περιορισμού των μεταφορών και της αυτόνομης παραγωγής, λιγότερο συγκοινωνιακό φόρτο στο λεκανοπέδιο και φυσικά συνολικό μικρότερο οικολογικό αποτύπωμα.
Ανάλογα πιλοτικά προγράμματα στην Αττική θα μπορούσαν να δημιουργηθούν στα Μεσόγεια - Λαυρεωτική και φυσικά σε όλη την χώρα όπου υπάρχουν σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι, αρχιτεκτονικά σύνολα, και περιοχές natura με αξιόλογα στοιχεία της ανθρωπογενούς κληρονομιάς.